Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
 
  
 temps <πλ temps> [tɑ̃] ΟΥΣ αρσ
1. temps ΜΕΤΕΩΡ:
2. temps (notion):
3. temps (durée):
4. temps (moment):
5. temps (époque):
6. temps (phase):
7. temps ΓΛΩΣΣ (de verbe):
8. temps ΕΜΠΌΡ (de travail):
9. temps ΑΘΛ:
11. temps ΜΟΥΣ:
ιδιωτισμοί:
I. vivre [vivʀ] ΡΉΜΑ μεταβ
1. vivre (connaître):
II. vivre [vivʀ] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. vivre ΒΙΟΛ (être vivant):
2. vivre (habiter):
3. vivre (exister):
4. vivre (survivre):
5. vivre (durer):
III. se vivre ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα
IV. vivres ΟΥΣ αρσ πλ
pluie [plɥi] ΟΥΣ θηλ
1. pluie (eau, phénomène):
2. pluie (averse):
3. pluie:
ιδιωτισμοί:
mœurs [mœʀ(s)] ΟΥΣ θηλ πλ
1. mœurs (usages):
2. mœurs (habitudes de conduite):
3. mœurs (moralité):
I. deux [dø] ΕΠΊΘ αμετάβλ
1. deux (précisément):
2. deux (quelques):
II. deux [dø] ΑΝΤΩΝ
III. deux <πλ deux> [dø] ΟΥΣ αρσ
1. deux (chiffre):
V. deux [dø]
I. mi-temps <πλ mi-temps> [mitɑ̃] ΟΥΣ αρσ
στο λεξικό PONS
 
  
 temps1 [tɑ̃] ΟΥΣ αρσ
1. temps (durée, déroulement du temps, moment, période):
ιδιωτισμοί:
 
  
 temps1 [tɑ͂] ΟΥΣ αρσ
1. temps (durée, déroulement du temps, moment, période):
ιδιωτισμοί:
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
 
  
 