Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. moral [βρετ ˈmɒr(ə)l, αμερικ ˈmɔrəl] ΟΥΣ
II. morals ΟΥΣ ουσ πλ
moral obligation [ˌmɒr(ə)l ˈɒblɪɡeɪʃ(ə)n, αμερικˌmɔrəl ˌɑbləˈɡeɪʃən] ΟΥΣ
- moral obligation
-
- moral obligation
- devoir αρσ
moral philosophy ΟΥΣ ΦΙΛΟΣ
- moral philosophy
- morale θηλ
moral philosopher ΟΥΣ ΦΙΛΟΣ
- moral philosopher
- moraliste αρσ θηλ
moral crusader ΟΥΣ
- moral crusader
-
στο λεξικό PONS
I. moral [ˈmɒrəl, αμερικ ˈmɔ:r-] ΕΠΊΘ
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.