Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
those [βρετ ðəʊz, αμερικ ðoʊz] πλ
those → that
I. that <pl those> ΕΠΊΘ δεικτ [αμερικ ðæt]
II. that <pl those> ΑΝΤΩΝ δεικτ [βρετ ðat, αμερικ ðæt]
1. that (that one):
2. that (the thing or person observed or mentioned):
III. that ΑΝΤΩΝ αναφορ [βρετ ðat, ðət, αμερικ ðæt]
IV. that ΣΎΝΔ [βρετ ðat, ðət, αμερικ ðæt]
1. that (gen):
V. that ΕΠΊΡΡ [βρετ ðat, αμερικ ðæt]
1. that (to the extent shown):
VI. that
στο λεξικό PONS
those [ðəʊz, αμερικ ðoʊz]
those pl of that
I. that [ðæt, ðət] δεικτ αντων, pl: those
1. that (sth shown):
II. that [ðæt, ðət] δεικτ επίθ, pl: those
III. that [ðæt, ðət] ΕΠΊΡΡ
1. that (so):
IV. that [ðæt, ðət] αναφορ αντων
1. that subject:
V. that [ðæt, ðət] ΣΎΝΔ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.