στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
those [βρετ ðəʊz, αμερικ ðoʊz]
those → that
I. that <πλ those> ΠΡΟΣΔΙΟΡ [βρετ ðat, αμερικ ðæt]
II. that <πλ those> ΑΝΤΩΝ δεικτ [βρετ ðat, αμερικ ðæt]
1. that (that one):
2. that (the thing or person observed or mentioned):
III. that ΑΝΤΩΝ αναφορ [βρετ ðat, ðət, αμερικ ðæt]
IV. that ΣΎΝΔ [βρετ ðat, ðət, αμερικ ðæt]
1. that:
2. that (expressing wish):
V. that ΕΠΊΡΡ [βρετ ðat, αμερικ ðæt]
1. that (to the extent shown):
VI. that
- those with restricted mobility
-
στο λεξικό PONS
those [ðoʊz]
those pl of that
I. that <those> [ðæt, ðət] ΕΠΊΘ δεικτ
II. that [ðæt, ðət] ΑΝΤΩΝ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.