στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. tuo (tua, m.pl. tuoi, f.pl. tue) [ˈtuo, ˈtua, tuˈɔi, ˈtue] ΕΠΊΘ κτητ
1. tuo:
- tuo (tua, m.pl. tuoi, f.pl. tue)
-
II. il tuo <f. la tua, m.πλ i tuoi, f.pl. le tue> ΚΤΗΤ ΑΝΤΩΝ
1. il tuo:
2. il tuo (in espressioni ellittiche) οικ:
στο λεξικό PONS
I. tuo (-a) <tuoi, tue> ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.