

- clair (claire) message, décision, situation
-
- clair (claire) forêt, blé
-
- clair-obscur
-




- clair(e)
-
- clair(e)
-
- clair-obscur
-


- clair(e)
-
- clair(e)
-
- clair-obscur
-
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.