Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. dried [βρετ drʌɪd, αμερικ draɪd] ΡΉΜΑ παρελθ ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
dried → dry
II. dried [βρετ drʌɪd, αμερικ draɪd] ΕΠΊΘ
I. dry [βρετ drʌɪ, αμερικ draɪ] ΟΥΣ βρετ ΠΟΛΙΤ
II. dry [βρετ drʌɪ, αμερικ draɪ] ΕΠΊΘ
III. dry [βρετ drʌɪ, αμερικ draɪ] ΡΉΜΑ μεταβ
IV. dry [βρετ drʌɪ, αμερικ draɪ] ΡΉΜΑ αμετάβ
freeze-dried ΕΠΊΘ
- freeze-dried
-
I. dry [βρετ drʌɪ, αμερικ draɪ] ΟΥΣ βρετ ΠΟΛΙΤ
II. dry [βρετ drʌɪ, αμερικ draɪ] ΕΠΊΘ
III. dry [βρετ drʌɪ, αμερικ draɪ] ΡΉΜΑ μεταβ
IV. dry [βρετ drʌɪ, αμερικ draɪ] ΡΉΜΑ αμετάβ
στο λεξικό PONS
I. dried [draɪd] ΡΉΜΑ
dried παρελθ, μετ παρακειμ of dry
II. dried [draɪd] ΕΠΊΘ (having been dried)
I. dry <-ier, -iest [or -er, est]> [draɪ] ΕΠΊΘ
II. dry <dries [or -s]> [draɪ] ΟΥΣ αυστραλ (dried season)
-
- sécheresse θηλ
III. dry <-ie-> [draɪ] ΡΉΜΑ μεταβ
freeze-dried ΕΠΊΘ
- freeze-dried
-
I. dry <-ier, -iest [or -er, est]> [draɪ] ΕΠΊΘ
II. dry <dries [or -s]> [draɪ] ΟΥΣ αυστραλ (dried season)
-
- sécheresse θηλ
III. dry <-ie-> [draɪ] ΡΉΜΑ μεταβ
dry cleaner's ΟΥΣ no πλ
-
- teinturier αρσ
I. dried [draɪd] ΡΉΜΑ
dried παρελθ, μετ παρακειμ of dry
II. dried [draɪd] ΕΠΊΘ (having been dried)
I. dry <-ier, -iest [or -er, est]> [draɪ] ΕΠΊΘ
9. dry (without alcohol):
II. dry <-ie-> [draɪ] ΡΉΜΑ μεταβ
freeze-dried ΕΠΊΘ
- freeze-dried
-
I. dry <-ier, -iest [or -er, est]> [draɪ] ΕΠΊΘ
9. dry (without alcohol):
II. dry <-ie-> [draɪ] ΡΉΜΑ μεταβ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.