στο λεξικό PONS
von [fɔn] ΠΡΌΘ +δοτ
1. von räumlich:
2. von räumlich (etw entfernend):
- von
-
- von
-
3. von zeitlich (stammend):
- von
-
4. von (Urheber, Ursache):
- von
-
5. von statt Genitiv (Zugehörigkeit):
- von
-
6. von (Menge, Gruppenangabe):
7. von (bei Zahlenangaben):
8. von τυπικ (Eigenschaft):
9. von veraltend (Zusammensetzung):
10. von:
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Ersterwerb von Wertpapieren ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Neuverhandlung von Schulden phrase ΚΡΆΤΟς
Restrukturierung von Schulden phrase ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Hereinnahme von Einlagen phrase ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Mehrfachbesteuerung von Immobilien phrase ΦΟΡΟΛ
Einsatz von Ressourcen ΟΥΣ αρσ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Kapitalbeschaffung von innen phrase ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
Ορολογία μαγειρικής της Lingenio
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.