Hof <-[e]s, Höfe> [ho:f, πλ ˈhø:fə] ΟΥΣ αρσ
1. Hof:
2. Hof (Bauernhof):
- Hof
-
4. Hof ΙΣΤΟΡΊΑ (Hofstaat):
- Hof
-
5. Hof (Halo):
- Hof
-
6. Hof ΤΥΠΟΓΡ (Raster):
- Hof
-
-
- Hof αρσ <-(e)s, Höfe>
-
- Hof αρσ <-(e)s, Höfe>
-
- Hof αρσ <-(e)s, Höfe>
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.