στο λεξικό PONS
Frei·tag <- [e]s, -e> [ˈfraita:k, πλ -ta:gə] ΟΥΣ αρσ
- Freitag
-
- Schwarzer Freitag (Börsenkrach 1929)
-
Diens·tag <-s, -e> [ˈdi:nsta:k] ΟΥΣ αρσ
-
- Freitag αρσ <- (e)s, -e>
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
- Black Friday (Freitag, 25. Oktober 1929 - Tag des Börsenkrachs in New York mit anschließender Weltwirtschaftskrise)
- Schwarzer Freitag
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.