στο λεξικό PONS
I. mar·ket [ˈmɑ:kɪt, αμερικ ˈmɑ:r-] ΟΥΣ
1. market (place):
2. market (demand):
3. market (trade):
4. market (customers):
II. mar·ket [ˈmɑ:kɪt, αμερικ ˈmɑ:r-] ΟΥΣ modifier
I. fair1 [feəʳ, αμερικ fer] ΕΠΊΘ
1. fair:
2. fair (just, impartial):
3. fair προσδιορ, αμετάβλ (large):
4. fair προσδιορ, αμετάβλ (good):
5. fair κατηγορ, αμετάβλ (average):
6. fair:
7. fair (favourable):
8. fair απαρχ (beautiful):
ιδιωτισμοί:
II. fair1 [feəʳ, αμερικ fer] ΕΠΊΡΡ
2. fair ιδιωμ (quite):
ιδιωτισμοί:
fair2 [feəʳ, αμερικ fer] ΟΥΣ
1. fair (funfair):
2. fair:
I. value [ˈvælju:] ΟΥΣ
1. value no pl (significance):
2. value no pl (financial worth):
3. value (monetary value):
4. value (moral ethics):
II. value [ˈvælju:] ΡΉΜΑ μεταβ
1. value (deem significant):
market ΡΉΜΑ
-
- etw vertreiben
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
market ΟΥΣ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
| I | market |
|---|---|
| you | market |
| he/she/it | markets |
| we | market |
| you | market |
| they | market |
| I | marketed |
|---|---|
| you | marketed |
| he/she/it | marketed |
| we | marketed |
| you | marketed |
| they | marketed |
| I | have | marketed |
|---|---|---|
| you | have | marketed |
| he/she/it | has | marketed |
| we | have | marketed |
| you | have | marketed |
| they | have | marketed |
| I | had | marketed |
|---|---|---|
| you | had | marketed |
| he/she/it | had | marketed |
| we | had | marketed |
| you | had | marketed |
| they | had | marketed |
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- fair
- fair copy
- fair game
- fairground
- fairground ride
- fair market value
- fair-minded
- fairness
- fair play
- fair price
- fair-sized