στο λεξικό PONS
Share·hol·der Va·lue <-[s]> [ˈʃɛ:ɐ̯ho:ldɐvælju:] ΟΥΣ αρσ kein πλ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ
- Shareholder Value (Marktwert des Eigenkapitals)
- shareholder value
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Stakeholder Value ΟΥΣ αρσ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
- Stakeholder Value (Wert von Mitarbeitern und staatlichen Leistungen)
- stakeholder value
Fair Value ΟΥΣ αρσ ΛΟΓΙΣΤ
-
- fair value
Extrinsic Value ΟΥΣ αρσ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
-
- extrinsic value
Value-at-Risk ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Value-at-Risk-Berechnung ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.