στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. stage [βρετ steɪdʒ, αμερικ steɪdʒ] ΟΥΣ
1. stage (phase):
2. stage (raised platform):
3. stage ΘΈΑΤ:
4. stage μτφ:
7. stage (on scaffolding):
-
- impalcatura θηλ
8. stage (on microscope):
9. stage ΙΣΤΟΡΊΑ → stagecoach
II. stage [βρετ steɪdʒ, αμερικ steɪdʒ] ΡΉΜΑ μεταβ
stagecoach [βρετ ˈsteɪdʒkəʊtʃ, αμερικ ˈsteɪdʒˌkoʊtʃ] ΟΥΣ ΙΣΤΟΡΊΑ
-
- diligenza θηλ
I. test1 [βρετ tɛst, αμερικ tɛst] ΟΥΣ
1. test (of person, ability, resources):
2. test (written):
4. test:
5. test:
II. test1 [βρετ tɛst, αμερικ tɛst] ΡΉΜΑ μεταβ
1. test (assess, examine):
2. test ΣΧΟΛ:
3. test:
4. test:
5. test ΧΗΜ:
III. test1 [βρετ tɛst, αμερικ tɛst] ΡΉΜΑ αμετάβ
στο λεξικό PONS
I. stage [steɪdʒ] ΟΥΣ
1. stage (period):
I. test [test] ΟΥΣ
1. test ΣΧΟΛ, ΠΑΝΕΠ:
2. test ΙΑΤΡ:
| I | stage |
|---|---|
| you | stage |
| he/she/it | stages |
| we | stage |
| you | stage |
| they | stage |
| I | staged |
|---|---|
| you | staged |
| he/she/it | staged |
| we | staged |
| you | staged |
| they | staged |
| I | have | staged |
|---|---|---|
| you | have | staged |
| he/she/it | has | staged |
| we | have | staged |
| you | have | staged |
| they | have | staged |
| I | had | staged |
|---|---|---|
| you | had | staged |
| he/she/it | had | staged |
| we | had | staged |
| you | had | staged |
| they | had | staged |
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.