Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
tailor-made [βρετ teɪləˈmeɪd, αμερικ ˈˌteɪlər ˈmeɪd] ΕΠΊΘ
1. tailor-made (perfectly suited):
I. tailler [taje] ΡΉΜΑ μεταβ
1. tailler (couper):
2. tailler (découper):
II. tailler [taje] ΡΉΜΑ αμετάβ
III. se tailler ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα
1. se tailler (se faire):
2. se tailler αργκ:
mesure [məzyʀ] ΟΥΣ θηλ
1. mesure (initiative):
2. mesure (dimension):
3. mesure (évaluation):
4. mesure (unité):
5. mesure (récipient, contenu):
6. mesure (modération):
7. mesure ΜΟΥΣ:
8. mesure (situation):
9. mesure (limite):
I. deux [dø] ΕΠΊΘ αμετάβλ
1. deux (précisément):
2. deux (quelques):
II. deux [dø] ΑΝΤΩΝ
III. deux <πλ deux> [dø] ΟΥΣ αρσ
1. deux (chiffre):
V. deux [dø]
στο λεξικό PONS
sur [syʀ] ΠΡΌΘ
2. sur (temporel):
4. sur (causal):
5. sur (modal):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.