

- unité also ΘΈΑΤ
-
- unité
-


-
- unité θηλ d'initialisation
-
- unité θηλ centrale
-
- unité θηλ calorifique
-
- unité θηλ
-
- unité θηλ
-
- unité de fabrication
-
- unité de production
-
- unité θηλ
-
- unité θηλ
-
- unité θηλ






- unité parachutiste
-


Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.