στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. smash [βρετ smaʃ, αμερικ smæʃ] ΟΥΣ
1. smash (crash):
2. smash οικ (accident):
3. smash οικ:
4. smash ΟΙΚΟΝ:
5. smash ΑΘΛ (tennis):
-
- schiacciata θηλ
II. smash [βρετ smaʃ, αμερικ smæʃ] ΕΠΊΡΡ
III. smash [βρετ smaʃ, αμερικ smæʃ] ΡΉΜΑ μεταβ
IV. smash [βρετ smaʃ, αμερικ smæʃ] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. smash (disintegrate):
2. smash (crash):
3. smash ΟΙΚΟΝ:
I. hit [βρετ hɪt, αμερικ hɪt] ΟΥΣ
II. hit <forma in -ing hitting, παρελθ/μετ παρακειμ hit> [βρετ hɪt, αμερικ hɪt] ΡΉΜΑ μεταβ
III. hit [βρετ hɪt, αμερικ hɪt]
στο λεξικό PONS
smash (hit) ΟΥΣ
-
- successone αρσ
I. smash [smæʃ] ΡΉΜΑ μεταβ
II. smash [smæʃ] ΡΉΜΑ αμετάβ
I. hit [hɪt] ΟΥΣ
II. hit <-tt-, hit, hit> [hɪt] ΡΉΜΑ μεταβ
1. hit:
2. hit (crash into):
3. hit:
| I | smash |
|---|---|
| you | smash |
| he/she/it | smashes |
| we | smash |
| you | smash |
| they | smash |
| I | smashed |
|---|---|
| you | smashed |
| he/she/it | smashed |
| we | smashed |
| you | smashed |
| they | smashed |
| I | have | smashed |
|---|---|---|
| you | have | smashed |
| he/she/it | has | smashed |
| we | have | smashed |
| you | have | smashed |
| they | have | smashed |
| I | had | smashed |
|---|---|---|
| you | had | smashed |
| he/she/it | had | smashed |
| we | had | smashed |
| you | had | smashed |
| they | had | smashed |
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- smarty-pants
- smash
- smash-and-grab
- smash-and-grab raid
- smash down
- smash smash hit
- smash up
- smashup
- smattering
- SME
- smear