στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
first year [ˈfɜːstˌjɪə(r), -ˌjɜː(r)] ΟΥΣ ΣΧΟΛ ΠΑΝΕΠ
1. first year:
I. year [βρετ jɪə, jəː, αμερικ jɪr] ΟΥΣ
1. year (period of time):
2. year (indicating age):
3. year:
II. years ΟΥΣ npl
1. years (age):
I. first [βρετ fəːst, αμερικ fərst] ΠΡΟΣΔΙΟΡ
1. first (of series, group):
2. first (in phrases):
II. first [βρετ fəːst, αμερικ fərst] ΑΝΤΩΝ
1. first (of series, group):
3. first (initial moment):
4. first (beginning):
5. first (new experience):
III. first [βρετ fəːst, αμερικ fərst] ΟΥΣ
IV. first [βρετ fəːst, αμερικ fərst] ΕΠΊΡΡ
1. first (before others):
2. first (at top of ranking):
3. first (to begin with):
4. first (for the first time):
V. first [βρετ fəːst, αμερικ fərst]
στο λεξικό PONS
year [jɪr] ΟΥΣ
1. year (twelve months):
2. year ΣΧΟΛ, ΠΑΝΕΠ:
I. first [fɜ:rst] ΕΠΊΘ
II. first [fɜ:rst] ΕΠΊΡΡ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.