στο λεξικό PONS


ˈcus·toms dues ΟΥΣ πλ
- customs dues
- Zollabgaben pl
port ˈdues ΟΥΣ πλ
- port dues
-
I. due [dju:, αμερικ esp du:] ΕΠΊΘ αμετάβλ
1. due κατηγορ ΟΙΚΟΝ, ΧΡΗΜΑΤΟΠ (payable):
2. due κατηγορ (rightly owing):
3. due κατηγορ (entitled to):
4. due προσδιορ (appropriate):
5. due κατηγορ (expected):
6. due προσδιορ τυπικ:
7. due (because of):
II. due [dju:, αμερικ esp du:] ΟΥΣ
1. due (fair treatment):
3. due (debts):


Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
due ΕΠΊΘ ΛΟΓΙΣΤ
past due ΕΠΊΘ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
falling due next phrase ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.