στο λεξικό PONS
I. an·other [əˈnʌðəʳ, αμερικ -ðɚ] ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ
1. another:
3. another (different):
ιδιωτισμοί:
II. an·other [əˈnʌðəʳ, αμερικ -ðɚ] ΑΝΤΩΝ no pl
1. another (additional):
2. another (different):
one an·ˈoth·er ΑΝΤΩΝ reciprocal
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.