στο λεξικό PONS
fed1 [fed] ΡΉΜΑ
fed παρελθ, μετ παρακειμ of feed
I. feed [fi:d] ΟΥΣ
1. feed no pl (fodder):
2. feed (meal):
4. feed Η/Υ:
II. feed <fed, fed> [fi:d] ΡΉΜΑ μεταβ
1. feed (give food to):
2. feed (provide food for):
3. feed (supply):
5. feed (thread):
7. feed οικ (insert coins):
8. feed (give):
I. fed2 [fed] αμερικ ΕΠΊΘ αμετάβλ
fed ΟΙΚΟΝ, ΧΡΗΜΑΤΟΠ οικ → federal
-
- Tagesgeldsatz αρσ
II. fed2 [fed] αμερικ ΟΥΣ no pl, + ενικ/pl ρήμα οικ
fed ΟΙΚΟΝ, ΧΡΗΜΑΤΟΠ → Federal Reserve Board
Fed·er·al ˈRe·serve Board ΟΥΣ αμερικ
fed·er·al [ˈfedərəl, αμερικ -ɚəl] ΕΠΊΘ αμετάβλ
1. federal (of independent states):
2. federal (of central government):
Fed [αμερικ fed] ΟΥΣ αμερικ οικ
2. Fed (bank):
- the Fed
-
ˈfed up ΕΠΊΘ κατηγορ οικ
1. fed up (angry):
2. fed up (disappointed):
3. fed up (bored):
I. feed [fi:d] ΟΥΣ
1. feed no pl (fodder):
2. feed (meal):
4. feed Η/Υ:
II. feed <fed, fed> [fi:d] ΡΉΜΑ μεταβ
1. feed (give food to):
2. feed (provide food for):
3. feed (supply):
5. feed (thread):
7. feed οικ (insert coins):
8. feed (give):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
- Fed Rate (repräsentativer Geldmarktzinssatz in den USA)
- fed rate
- Fed (US-amerikanische Notenbank)
- Fed
- Fed (Zentralbankensystem der USA)
- Fed
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
feed in <fed, fed> ΡΉΜΑ
feed crop farm ΟΥΣ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
Ορολογία μηχατρονικής της Klett
ˈfeed sys·tem ΟΥΣ mechatr
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.