στο λεξικό PONS
sup·ˈport·ing cast ΟΥΣ
I. cast [kɑ:st, αμερικ kæst] ΟΥΣ
1. cast + ενικ/pl ρήμα ΘΈΑΤ, ΚΙΝΗΜ:
4. cast (squint):
5. cast (worm excretion):
II. cast <cast, cast> [kɑ:st, αμερικ kæst] ΡΉΜΑ μεταβ
1. cast (throw):
2. cast (direct):
3. cast (allocate roles):
sup·port·ing [səˈpɔ:tɪŋ, αμερικ -ˈpɔ:rt̬-] ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ βρετ ΚΙΝΗΜ
I. sup·port [səˈpɔ:t, αμερικ -ˈpɔ:rt] ΡΉΜΑ μεταβ
1. support (hold up):
4. support usu αρνητ τυπικ (tolerate):
5. support (provide with money):
6. support (provide with necessities):
7. support (comfort):
8. support (encourage):
11. support ΕΜΠΌΡ:
II. sup·port [səˈpɔ:t, αμερικ -ˈpɔ:rt] ΟΥΣ
1. support (prop):
2. support no pl (act of holding):
3. support no pl (material assistance):
4. support no pl (comfort):
5. support no pl:
ιδιωτισμοί:
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
support ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
-
- Betreuung θηλ
support ΟΥΣ ΑΝΘΡ ΔΥΝΑΜ
-
- Absicherung θηλ
support ΟΥΣ ΜΆΡΚΕΤΙΝΓΚ
-
- Hilfeleistung θηλ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
| I | cast |
|---|---|
| you | cast |
| he/she/it | casts |
| we | cast |
| you | cast |
| they | cast |
| I | cast |
|---|---|
| you | cast |
| he/she/it | cast |
| we | cast |
| you | cast |
| they | cast |
| I | have | cast |
|---|---|---|
| you | have | cast |
| he/she/it | has | cast |
| we | have | cast |
| you | have | cast |
| they | have | cast |
| I | had | cast |
|---|---|---|
| you | had | cast |
| he/she/it | had | cast |
| we | had | cast |
| you | had | cast |
| they | had | cast |
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.