στο λεξικό PONS
re·ˈcruit·ment fair ΟΥΣ
I. re·cruit·ment [rɪˈkru:tmənt] ΟΥΣ no pl
- recruitment of soldiers
-
- recruitment of employees
-
- recruitment of employees
- Personalaufbau αρσ
- recruitment of members, volunteers
-
II. re·cruit·ment [rɪˈkru:tmənt] ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ
I. fair1 [feəʳ, αμερικ fer] ΕΠΊΘ
1. fair:
2. fair (just, impartial):
3. fair προσδιορ, αμετάβλ (large):
4. fair προσδιορ, αμετάβλ (good):
5. fair κατηγορ, αμετάβλ (average):
6. fair:
7. fair (favourable):
8. fair απαρχ (beautiful):
ιδιωτισμοί:
II. fair1 [feəʳ, αμερικ fer] ΕΠΊΡΡ
2. fair ιδιωμ (quite):
ιδιωτισμοί:
fair2 [feəʳ, αμερικ fer] ΟΥΣ
1. fair (funfair):
2. fair:
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
recruitment fair ΟΥΣ ΑΝΘΡ ΔΥΝΑΜ
recruitment ΟΥΣ ΑΝΘΡ ΔΥΝΑΜ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.