στο λεξικό PONS
I. re·cruit·ment [rɪˈkru:tmənt] ΟΥΣ no pl
- recruitment of soldiers
-
- recruitment of employees
-
- recruitment of employees
- Personalaufbau αρσ
- recruitment of members, volunteers
-
- graduate recruitment
-
re·ˈcruit·ment con·sult·ant ΟΥΣ
- recruitment consultant
-
re·ˈcruit·ment fair ΟΥΣ
- recruitment fair
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
recruitment ΟΥΣ ΑΝΘΡ ΔΥΝΑΜ
- recruitment (von Mitarbeitern)
- Einstellung θηλ
- recruitment (von Mitarbeitern)
- Personalaufbau αρσ
recruitment fair ΟΥΣ ΑΝΘΡ ΔΥΝΑΜ
- recruitment fair
-
-
- recruitment
-
- recruitment fair
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
-
- recruitment criterion
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.