στο λεξικό PONS
ap·prai·sal [əˈpreɪzəl] ΟΥΣ
1. appraisal:
en·vi·ron·men·tal [ɪnˌvaɪ(ə)rənˈmentəl, αμερικ enˌvaɪrənˈment̬əl] ΕΠΊΘ αμετάβλ
eco·nom·ic [ˌi:kəˈnɒmɪk, αμερικ -ˈnɑ:m-] ΕΠΊΘ
1. economic προσδιορ, αμετάβλ ΠΟΛΙΤ, ΟΙΚΟΝ:
2. economic (profitable):
and [ænd, ənd] ΣΎΝΔ
1. and (jointly):
3. and (in numbers):
4. and (then):
5. and (consequently):
6. and οικ (in order to):
7. and (for emphasis):
8. and (ever):
ιδιωτισμοί:
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
economic ΕΠΊΘ ΚΡΆΤΟς
economic ΕΠΊΘ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
environmental ΕΠΊΘ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
environmental ΕΠΊΘ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
economic and environmental appraisal ΠΡΟΤΥΠΟΠ, ΑΞΙΟΛΌΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.