Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. fly [βρετ flʌɪ, αμερικ flaɪ] ΟΥΣ
II. flies ΟΥΣ ουσ πλ
IV. fly <απλ παρελθ flew, μετ παρακειμ flown> [βρετ flʌɪ, αμερικ flaɪ] ΡΉΜΑ μεταβ
1. fly (operate):
2. fly (transport by air):
4. fly (cover by air) bird, aircraft, spacecraft:
5. fly (display):
V. fly <απλ παρελθ flew, μετ παρακειμ flown> [βρετ flʌɪ, αμερικ flaɪ] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. fly bird, insect, aircraft, rocket, balloon, kite:
2. fly:
3. fly (be propelled):
4. fly (rush, hurry):
5. fly (go quickly):
VI. fly [βρετ flʌɪ, αμερικ flaɪ]
flysheet ΟΥΣ
2. flysheet (handbill):
-
- prospectus αρσ
I. flying [βρετ ˈflʌɪɪŋ, αμερικ ˈflaɪɪŋ] ΟΥΣ
1. flying (in plane):
II. flying [βρετ ˈflʌɪɪŋ, αμερικ ˈflaɪɪŋ] ΕΠΊΘ
I. ski [βρετ skiː, αμερικ ski] ΟΥΣ
στο λεξικό PONS
I. fly2 <flew, flown> [flaɪ] ΡΉΜΑ αμετάβ
2. fly (travel by plane):
3. fly (move quickly):
4. fly (hurry):
II. fly2 <flew, flown> [flaɪ] ΡΉΜΑ μεταβ
I. fly1 <flew, flown> [flaɪ] ΡΉΜΑ αμετάβ
2. fly (travel by plane):
3. fly (move quickly):
4. fly (hurry):
II. fly1 <flew, flown> [flaɪ] ΡΉΜΑ μεταβ
I | fly |
---|---|
you | fly |
he/she/it | flies |
we | fly |
you | fly |
they | fly |
I | flew |
---|---|
you | flew |
he/she/it | flew |
we | flew |
you | flew |
they | flew |
I | have | flown |
---|---|---|
you | have | flown |
he/she/it | has | flown |
we | have | flown |
you | have | flown |
they | have | flown |
I | had | flown |
---|---|---|
you | had | flown |
he/she/it | had | flown |
we | had | flown |
you | had | flown |
they | had | flown |
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.