Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. carreau <πλ carreaux> [kaʀo] ΟΥΣ αρσ
3. carreau (vitre):
4. carreau (carré):
5. carreau ΠΑΙΧΝΊΔΙΑ (carte):
7. carreau ΜΕΤΑΛΛΕΥΤ:
- carreau
-
8. carreau (pour broder):
- carreau
-
9. carreau (d'arbalète):
- carreau
-
III. carreau <πλ carreaux> [kaʀo]
IV. carreau <πλ carreaux> [kaʀo]
-
- carreau αρσ
-
- carreau αρσ
-
- carreau αρσ
-
- carreau αρσ
στο λεξικό PONS
carreau <x> [kaʀo] ΟΥΣ αρσ
3. carreau (motif):
carreau <x> [kaʀo] ΟΥΣ αρσ
3. carreau (motif):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.