στο λεξικό PONS
de·via·tion [ˌdi:viˈeɪʃən] ΟΥΣ
1. deviation ΚΟΙΝΩΝΙΟΛ:
2. deviation:
com·pari·son [kəmˈpærɪsən, αμερικ -ˈper-] ΟΥΣ
1. comparison (contrast):
2. comparison (similarity):
year [jɪəʳ, αμερικ jɪr] ΟΥΣ
1. year (twelve months):
2. year (age, time of life):
3. year οικ (indefinite time):
4. year:
5. year (season):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
comparison year deviation ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
deviation ΟΥΣ CTRL
-
- Abweichung θηλ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
deviation
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- comparatively
- comparative purpose
- comparator
- comparator comparator organization
- compare
- comparison year deviation
- compartment
- compartmentalize
- compass
- compasses
- compassion