στο λεξικό PONS
I. be·low [bɪˈləʊ, αμερικ -ˈloʊ] ΕΠΊΡΡ
1. below:
2. below (on page):
3. below (inferior):
II. be·low [bɪˈləʊ, αμερικ -ˈloʊ] ΠΡΌΘ
1. below:
2. below (south):
3. below (less than):
below-average ΕΠΊΘ
- below-average
-
below-the-ˈline ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ ΕΜΠΌΡ, ΟΙΚΟΝ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
holdings below allocations ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- holdings below allocations
-
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
below sea level
underground, below ground ΟΥΣ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.