στο λεξικό PONS
 
  
  
  
 Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
underground economy ΟΥΣ αμερικ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
-  underground economy
-  
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
underground storage stem ΟΥΣ
ground water, underground water ΟΥΣ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
 
  
 underground railway ΔΗΜ ΣΥΓΚ
-  underground railway
-  
underground parking garage ΥΠΟΔΟΜΉ
 
  
 PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
