vue [vy] ΟΥΣ θηλ
4. vue a. ΧΡΗΜΑΤΟΠ (action de voir):
-
Anblick αρσ
6. vue (conception):
-
Vorstellung θηλ
8. vue (visées):
ιδιωτισμοί:
-
changement à vue ΘΈΑΤ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.