στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
gap year [βρετ, αμερικ] ΟΥΣ
gap [βρετ ɡap, αμερικ ɡæp] ΟΥΣ
1. gap (empty space):
2. gap (break in continuity):
3. gap (discrepancy):
4. gap (deficiency):
5. gap ΕΜΠΌΡ:
I. year [βρετ jɪə, jəː, αμερικ jɪr] ΟΥΣ
1. year (period of time):
2. year (indicating age):
3. year:
II. years ΟΥΣ npl
1. years (age):
στο λεξικό PONS
year [jɪr] ΟΥΣ
1. year (twelve months):
2. year ΣΧΟΛ, ΠΑΝΕΠ:
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- gantry
- gaol
- gaoler
- gap
- gape
- gap year
- gar
- garage
- garage mechanic
- garage owner
- garage sale