στο λεξικό PONS
road ΟΥΣ
- road (country road)
- Landstraße θηλ
ˈroad test ΟΥΣ ΑΥΤΟΚ
2. road test αμερικ (examination):
- road test
-
A-road [ˈeɪrəʊd] ΟΥΣ
2. A-road (artery):
- A-road
-
- A-road
- Verkehrsschneise θηλ
road map ΟΥΣ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
bypass road, by pass road
distributor road ΥΠΟΔΟΜΉ
- distributor road
-
arterial road ΥΠΟΔΟΜΉ
experimental road ΥΠΟΔΟΜΉ
major road ΥΠΟΔΟΜΉ
collector road ΥΠΟΔΟΜΉ
- collector road
-
undivided road ΥΠΟΔΟΜΉ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.