στο λεξικό PONS
hot shoe ΟΥΣ
-
- Blitzschuh αρσ
I. shoe [ʃu:] ΟΥΣ
1. shoe (for foot):
ιδιωτισμοί:
I. hot <-tt-> [hɒt, αμερικ hɑ:t] ΕΠΊΘ
3. hot (angry):
4. hot (close):
5. hot οικ (good):
6. hot κατηγορ οικ (enthusiastic):
7. hot (dangerous):
8. hot αργκ (sexy):
9. hot (new, very interesting):
10. hot οικ ΗΛΕΚ:
ιδιωτισμοί:
II. hot <-tt-> [hɒt, αμερικ hɑ:t] ΡΉΜΑ μεταβ
III. hot <-tt-> [hɒt, αμερικ hɑ:t] ΡΉΜΑ αμετάβ
| I | shoe |
|---|---|
| you | shoe |
| he/she/it | shoes |
| we | shoe |
| you | shoe |
| they | shoe |
| I | shod / αμερικ επίσ shoed |
|---|---|
| you | shod / αμερικ επίσ shoed |
| he/she/it | shod / αμερικ επίσ shoed |
| we | shod / αμερικ επίσ shoed |
| you | shod / αμερικ επίσ shoed |
| they | shod / αμερικ επίσ shoed |
| I | have | shod / αμερικ επίσ shoed |
|---|---|---|
| you | have | shod / αμερικ επίσ shoed |
| he/she/it | has | shod / αμερικ επίσ shoed |
| we | have | shod / αμερικ επίσ shoed |
| you | have | shod / αμερικ επίσ shoed |
| they | have | shod / αμερικ επίσ shoed |
| I | had | shod / αμερικ επίσ shoed |
|---|---|---|
| you | had | shod / αμερικ επίσ shoed |
| he/she/it | had | shod / αμερικ επίσ shoed |
| we | had | shod / αμερικ επίσ shoed |
| you | had | shod / αμερικ επίσ shoed |
| they | had | shod / αμερικ επίσ shoed |
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.