στο λεξικό PONS
I. state·ment [ˈsteɪtmənt] ΟΥΣ
1. statement (act of expressing sth):
2. statement (formal declaration):
3. statement (formal description):
5. statement ΟΙΚΟΝ:
7. statement ΜΑΘ:
I. false [fɔ:ls, αμερικ esp fɑ:ls] ΕΠΊΘ
1. false αμετάβλ (untrue, incorrect):
2. false αμετάβλ (artificial):
3. false αμετάβλ (fake):
4. false (insincere):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
false statements ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
statement ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
-
- Statement ουδ
statement ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- fall through
- fall to
- false
- false cheque
- falsehood
- false statements
- falsetto
- falsies
- falsification
- falsify
- falsity