στο λεξικό PONS
hide1 [haɪd] ΟΥΣ
I. hide2 [haɪd] ΟΥΣ βρετ, αυστραλ
II. hide2 <hid, hidden> [haɪd] ΡΉΜΑ μεταβ
1. hide (keep out of sight):
2. hide (keep secret):
I. hid·den [ˈhɪdən] ΡΉΜΑ μεταβ
hidden μετ παρακειμ: hide
II. hid·den [ˈhɪdən] ΕΠΊΘ αμετάβλ
I. hide2 [haɪd] ΟΥΣ βρετ, αυστραλ
II. hide2 <hid, hidden> [haɪd] ΡΉΜΑ μεταβ
1. hide (keep out of sight):
2. hide (keep secret):
hide1 [haɪd] ΟΥΣ
I. in·for·ma·tion [ˌɪnfəˈmeɪʃən, αμερικ -fɚˈ-] ΟΥΣ
1. information no pl:
-
- Angaben pl
- a bit [or piece] of information
-
- to give sb information about sb/sth
-
- to have information that ...
-
2. information οικ (enquiry desk):
3. information αμερικ (telephone operator):
4. information ΝΟΜ τυπικ (official charge):
II. in·for·ma·tion [ˌɪnfəˈmeɪʃən, αμερικ -fɚˈ-] ΟΥΣ modifier
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
hidden information ΟΥΣ ΕΠΕΞΕΡΓ ΣΥΝΑΛΛ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
| I | hide |
|---|---|
| you | hide |
| he/she/it | hides |
| we | hide |
| you | hide |
| they | hide |
| I | hid |
|---|---|
| you | hid |
| he/she/it | hid |
| we | hid |
| you | hid |
| they | hid |
| I | have | hidden |
|---|---|---|
| you | have | hidden |
| he/she/it | has | hidden |
| we | have | hidden |
| you | have | hidden |
| they | have | hidden |
| I | had | hidden |
|---|---|---|
| you | had | hidden |
| he/she/it | had | hidden |
| we | had | hidden |
| you | had | hidden |
| they | had | hidden |
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- hick
- hickey
- hickish
- hickory
- hicksville
- hidden information
- hidden reserve
- hidden size order
- hide
- hide-and-seek
- hide away