Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. ridden [βρετ ˈrɪdn, αμερικ ˈrɪdn] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
ridden → ride
II. -ridden ΣΎΝΘ
I. ride [βρετ rʌɪd, αμερικ raɪd] ΟΥΣ
1. ride:
2. ride ΙΠΠΑΣ:
3. ride (path):
II. ride <απλ παρελθ rode, μετ παρακειμ ridden> [βρετ rʌɪd, αμερικ raɪd] ΡΉΜΑ μεταβ
1. ride (as rider):
III. ride <απλ παρελθ rode, μετ παρακειμ ridden> [βρετ rʌɪd, αμερικ raɪd] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. ride (as rider):
2. ride (travel):
3. ride:
IV. ride [βρετ rʌɪd, αμερικ raɪd]
dette [dɛt] ΟΥΣ θηλ
1. dette (somme due):
2. dette (obligation morale):
ιδιωτισμοί:
στο λεξικό PONS
I. ridden [ˈrɪd· ə n] ΡΉΜΑ
ridden μετ παρακειμ of ride
II. ridden [ˈrɪd· ə n] ΕΠΊΘ
I. ride <rode, ridden> [raɪd] ΡΉΜΑ μεταβ
1. ride (sit on):
5. ride (surf):
- ride waves
-
II. ride <rode, ridden> [raɪd] ΡΉΜΑ αμετάβ
2. ride (travel):
III. ride [raɪd] ΟΥΣ
1. ride (trip, journey):
2. ride (at amusement park):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- debrief
- debriefing
- debris
- debt
- debt collector
- debt-ridden
- debt trap
- debug
- debugging
- debunk
- debut