C.E.S. [seøɛs] ΟΥΣ αρσ
1. C.E.S. συντομογραφία: collège d'enseignement secondaire
2. C.E.S. συντομογραφία: contrat emploi-solidarité (emploi)
-
C.E.S.
-
≈ ABM-Stelle θηλ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.