στο λεξικό PONS
hire ˈpur·chase agree·ment ΟΥΣ βρετ
I. hire [haɪəʳ, αμερικ haɪr] ΟΥΣ no pl esp βρετ
II. hire [haɪəʳ, αμερικ haɪr] ΡΉΜΑ μεταβ
1. hire esp βρετ (rent):
I. pur·chase [ˈpɜ:tʃəs, αμερικ ˈpɜ:r-] ΡΉΜΑ μεταβ
2. purchase ΧΡΗΜΑΤΟΠ, ΝΟΜ τυπικ (acquire):
II. pur·chase [ˈpɜ:tʃəs, αμερικ ˈpɜ:r-] ΟΥΣ τυπικ
III. pur·chase [ˈpɜ:tʃəs, αμερικ ˈpɜ:r-] ΟΥΣ modifier ΕΜΠΌΡ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
hire purchase agreement ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
I | hire |
---|---|
you | hire |
he/she/it | hires |
we | hire |
you | hire |
they | hire |
I | hired |
---|---|
you | hired |
he/she/it | hired |
we | hired |
you | hired |
they | hired |
I | have | hired |
---|---|---|
you | have | hired |
he/she/it | has | hired |
we | have | hired |
you | have | hired |
they | have | hired |
I | had | hired |
---|---|---|
you | had | hired |
he/she/it | had | hired |
we | had | hired |
you | had | hired |
they | had | hired |
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- hippy
- hippyish
- hipster
- hire
- hire and fire
- hire purchase
- hire purchase agreement
- hi-res
- hiring
- hirsute
- his