στο λεξικό PONS
II. stur [ʃtu:ɐ̯] ΕΠΊΡΡ
1. stur (ohne abzuweichen):
Bock2 <-s, -> [bɔk] ΟΥΣ ουδ
Bock → Bockbier
Bock1 <-[e]s, Böcke> [bɔk, πλ ˈbœkə] ΟΥΣ αρσ
1. Bock ΖΩΟΛ:
2. Bock οικ:
ιδιωτισμοί:
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
OUR-Überweisung ΟΥΣ θηλ ΕΠΕΞΕΡΓ ΣΥΝΑΛΛ
Real-Time-Kurs ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
kontrollierter Kurs phrase ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Interbanken-Kurs ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Future-Kurs ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Spur
Kurve ΥΠΟΔΟΜΉ, ΟΔ ΑΣΦ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.