στο λεξικό PONS
Future <-[s], -s> [ˈfju:tʃə] ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ
- Future (Terminkontrakt auf Finanztitel)
- future
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Future ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
-
- future
FIBOR-Future ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- FIBOR-Future (FIBOR-Terminkontrakt)
- FIBOR future
BUXL-Future ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- BUXL-Future (Future auf eine fiktive langfristige Schuldverschreibung der Bundesrepublik Deutschland)
- BUXL future
COMI-Future ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
-
- COMI future
Future-Kurs ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- Future-Kurs (Terminkurs)
- future rate
Aktienindex-Future ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- Aktienindex-Future
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.