Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
langue [lɑ̃ɡ] ΟΥΣ θηλ
1. langue ΑΝΑΤ:
- langue
-
2. langue ΓΛΩΣΣ:
3. langue (personne):
4. langue (forme allongée):
ιδιωτισμοί:
chat1 [ʃa] ΟΥΣ αρσ
1. chat (animal):
3. chat ΠΑΙΧΝΊΔΙΑ:
ιδιωτισμοί:
στο λεξικό PONS
langue [lɑ͂g] ΟΥΣ θηλ
2. langue (langage):
ιδιωτισμοί:
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.