Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. host [βρετ həʊst, αμερικ hoʊst] ΟΥΣ
1. host (to guests, visitors):
4. host (innkeeper):
- host παρωχ or χιουμ
- aubergiste αρσ θηλ
5. host (multitude):
- host
-
6. host (army):
- host archaic
- armée θηλ
7. host ΘΡΗΣΚ:
- host
- hostie θηλ
intermediate host ΟΥΣ
- intermediate host
-
στο λεξικό PONS
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
| I | host |
|---|---|
| you | host |
| he/she/it | hosts |
| we | host |
| you | host |
| they | host |
| I | hosted |
|---|---|
| you | hosted |
| he/she/it | hosted |
| we | hosted |
| you | hosted |
| they | hosted |
| I | have | hosted |
|---|---|---|
| you | have | hosted |
| he/she/it | has | hosted |
| we | have | hosted |
| you | have | hosted |
| they | have | hosted |
| I | had | hosted |
|---|---|---|
| you | had | hosted |
| he/she/it | had | hosted |
| we | had | hosted |
| you | had | hosted |
| they | had | hosted |
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα)
- accueillir qn
- accueillir qc