στο λεξικό PONS
past ˈsim·ple ΟΥΣ no pl ΓΛΩΣΣ
sim·ple <-r, -st [or more simple, most simple]> [ˈsɪmpl̩] ΕΠΊΘ
1. simple (not elaborate):
2. simple (not difficult):
3. simple προσδιορ (not complex):
4. simple προσδιορ, αμετάβλ (honest):
5. simple επιβεβαιωτ (ordinary):
I. past [pɑ:st, αμερικ pæst] ΟΥΣ no pl
1. past:
II. past [pɑ:st, αμερικ pæst] ΕΠΊΘ αμετάβλ
1. past:
III. past [pɑ:st, αμερικ pæst] ΕΠΊΡΡ αμετάβλ
IV. past [pɑ:st, αμερικ pæst] ΠΡΌΘ
1. past:
3. past (beyond):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.