στο λεξικό PONS
ˈdeath duties ΟΥΣ
death duties πλ βρετ οικ:
I. duty [ˈdju:ti, αμερικ ˈdu:t̬i, ˈdju:t̬i] ΟΥΣ
1. duty no pl:
3. duty no pl (work):
I. death [deθ] ΟΥΣ
1. death:
2. death ΟΙΚΟΝ:
ιδιωτισμοί:
II. death [deθ] ΟΥΣ modifier
death (march, rattle):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
death duty ΟΥΣ ΦΟΡΟΛ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.