Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. year [βρετ jɪə, jəː, αμερικ jɪr] ΟΥΣ
1. year (period of time):
2. year (indicating age):
3. year:
II. years ΟΥΣ ουσ πλ
1. years (age):
στο λεξικό PONS
calendar [ˈkælɪndəʳ, αμερικ -dɚ] ΟΥΣ
-
- calendrier αρσ
year [jɜ:ʳ, αμερικ jɪr] ΟΥΣ
1. year (twelve months):
2. year (a long time):
4. year ΣΧΟΛ:
calendar [ˈkæl·ən·dər] ΟΥΣ
-
- calendrier αρσ
year [jɪr] ΟΥΣ
1. year (twelve months):
2. year (a long time):
4. year ΣΧΟΛ:
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.