στο λεξικό PONS
I. pri·or·ity [praɪˈɒrəti, αμερικ -ˈɔ:rət̬i] ΟΥΣ
1. priority (deserving greatest attention):
2. priority no pl (great importance):
3. priority no pl (precedence):
4. priority no pl (right of way):
II. pri·or·ity [praɪˈɒrəti, αμερικ -ˈɔ:rət̬i] ΟΥΣ modifier
1. priority (urgent):
- priority (task)
-
2. priority (preferential):
I. rule [ru:l] ΟΥΣ
II. rule [ru:l] ΡΉΜΑ μεταβ
1. rule (govern):
2. rule (control):
4. rule (decide):
III. rule [ru:l] ΡΉΜΑ αμετάβ
2. rule ΝΟΜ:
rule
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
priority rule ΥΠΟΔΟΜΉ
| I | rule |
|---|---|
| you | rule |
| he/she/it | rules |
| we | rule |
| you | rule |
| they | rule |
| I | ruled |
|---|---|
| you | ruled |
| he/she/it | ruled |
| we | ruled |
| you | ruled |
| they | ruled |
| I | have | ruled |
|---|---|---|
| you | have | ruled |
| he/she/it | has | ruled |
| we | have | ruled |
| you | have | ruled |
| they | have | ruled |
| I | had | ruled |
|---|---|---|
| you | had | ruled |
| he/she/it | had | ruled |
| we | had | ruled |
| you | had | ruled |
| they | had | ruled |
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- printworks
- prion
- prior
- prior action
- prior debts
- priority rule
- priority setting
- prior sale
- prior tax
- priory
- prise