στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. hunt [βρετ hʌnt, αμερικ hənt] ΟΥΣ
2. hunt (search):
II. hunt [βρετ hʌnt, αμερικ hənt] ΡΉΜΑ μεταβ
2. hunt (seek, pursue):
III. hunt [βρετ hʌnt, αμερικ hənt] ΡΉΜΑ αμετάβ
2. hunt (search):
I. dog [βρετ dɒɡ, αμερικ dɔɡ] ΟΥΣ
3. dog (person) οικ:
III. dog <forma in -ing dogging, παρελθ, μετ παρακειμ dogged> [βρετ dɒɡ, αμερικ dɔɡ] ΡΉΜΑ μεταβ
1. dog (follow):
IV. dog [βρετ dɒɡ, αμερικ dɔɡ]
στο λεξικό PONS
I. dog [dɔ:g] ΟΥΣ
2. dog οικ:
ιδιωτισμοί:
II. dog <-gg-> [dɔ:g] ΡΉΜΑ μεταβ a. μτφ (pursue)
I. hunt [hʌnt] ΡΉΜΑ μεταβ
II. hunt [hʌnt] ΡΉΜΑ αμετάβ
| I | hunt |
|---|---|
| you | hunt |
| he/she/it | hunts |
| we | hunt |
| you | hunt |
| they | hunt |
| I | hunted |
|---|---|
| you | hunted |
| he/she/it | hunted |
| we | hunted |
| you | hunted |
| they | hunted |
| I | have | hunted |
|---|---|---|
| you | have | hunted |
| he/she/it | has | hunted |
| we | have | hunted |
| you | have | hunted |
| they | have | hunted |
| I | had | hunted |
|---|---|---|
| you | had | hunted |
| he/she/it | had | hunted |
| we | had | hunted |
| you | had | hunted |
| they | had | hunted |
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.