στο λεξικό PONS
I. red <-dd-> [red] ΕΠΊΘ
2. red μτφ (flushing):
3. red (bloodshot):
4. red ΠΟΛΙΤ (Socialist):
- red Communist
-
5. red αμερικ ΠΟΛΙΤ οικ (Republican):
II. red [red] ΟΥΣ
1. red:
3. red no pl ΧΡΗΜΑΤΟΠ:
5. red no pl ΠΟΛΙΤ (Republican territory):
ˈPar·is red ΟΥΣ no pl ΧΗΜ
-
- Englischrot ουδ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
red herring ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
red tape ΟΥΣ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
neutral red ΟΥΣ
red bone marrow ΟΥΣ
northern red oak ΟΥΣ
red gene technology ΟΥΣ
Ορολογία μαγειρικής της Lingenio
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
red runner, red light runner ΟΔ ΑΣΦ
red warning triangle ΟΔ ΑΣΦ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.