στο λεξικό PONS
-
- Emissionsprospekt αρσ
-
- vorläufiger Emissionsprospekt
-
- Emissionsprospekt αρσ
-
- vorläufiger Emissionsprospekt
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Emissionsprospekt ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- Emissionsprospekt
-
- Emissionsprospekt
-
-
- Emissionsprospekt αρσ
-
- Emissionsprospekt αρσ
-
- vorläufiger Emissionsprospekt αρσ
-
- vorläufiger Emissionsprospekt αρσ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.