I. rechts [rɛçts] ΕΠΊΡΡ
1. rechts:
3. rechts (mit rechten Maschen):
I. recht [rɛçt] ΕΠΊΘ
2. recht (richtig):
3. recht (echt):
4. recht (angenehm):
ιδιωτισμοί:
II. recht [rɛçt] ΕΠΊΡΡ
1. recht (richtig):
ιδιωτισμοί:
Recht <-[e]s, -e> ΟΥΣ ουδ
EU-Recht [eːˈʔuː-] ΟΥΣ ουδ
Anti-Dumping-Recht [antiˈdampɪŋ-] ΟΥΣ ουδ ΝΟΜ
Recht ΟΥΣ
Recht ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.